Τρίτη 24 Μαΐου 2016

''Ο ΗΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΟ ΔΕΡΑΣ''


Ευφάνταστο μυθιστόρημα
μετά ψήφου

   '' Τα πολύ παλιά χρόνια, σε μια άσχημη περιοχή μιας τρισά- θλιας χώρας, βασίλευε ένας νταβραντισμένος υποτίθεται άρχοντας, που όλη του η έννοια ήταν να πίνει, να ξοδεύει και να γυρνάει πότε με την μια και πότε με την άλλη. Κι όποιος από του παρακατιανούς του, του έλεγε να ασχοληθεί και λίγο με το λαό και όχι μόνο με τα γλέντια και τα δανεικά, ο βασιλιάς τον έστελνε κατά την μεριά του Άδη, να κάνει παρέα με τον σκύλο τον Κέρβερο.
  Αυτός ο βασιλιάς λοιπόν, Αθάμαντα τον λέγανε, πήρε για γυναίκα του μια κοπελάρα ίσα με εκεί πάνω, με τεράστια προίκα, πανέμορφη, που τ' όνομά της ήτανε Δούλα (από το Φωκίδα-Φωκιδούλα). Από παρανόηση ενός ιστορικού της εποχής, μας έμεινε το όνομα Νεφέλη. Γιατί ήτανε λέει πάντα συννεφιασμένη, απ' τα κατορθώματα του άντρα της.
Έκανε δε μαζί της και στα γρήγορα, δυο παιδιά δίδυμα. Το αγόρι το φωνάζανε Ξούλη (από το Φρίξος-Φριξούλης) και το κορίτσι Λίτσα (από το Έλλη-Ελλίτσα).
 
  Το χούϊ του όμως για τον ποδόγυρο, δεν τόκοψε και λίγο αργότερα λιμπίστηκε μια τσαχπινογαργαλιάρα που την λέγανε Ινώ. Κι αυτή η καπάτσα, τον έβαλε να διώξει την Δούλα και να παντρευτεί την ίδια, γιατί ήθελε να γίνει βασίλισσα με το σπαθί της.
  Έτσι κι έγινε. Η Δούλα πήρε πόδι κι η Ινώ έγινε η πρώτη κυρία στα ανάκτορα της Σκριπούς και Πετρομαγούλας. Τον έβαλε δε να της σκαρώσει στο άψε-σβύσε δυο παιδιά κι όλα πηγαίνανε μια χαρά για την νέα βασίλισσα.

  Από τα πολλά τα δανεικά όμως, το πράγμα ήρθε και αγρίεψε. Ο κόσμος πείναγε, δουλειές δεν υπήρχαν κι ο βασιλιάς κάθε βράδυ ήθελε νταβαντούρια και ξοδέματα. Και τότε ήρθανε οι δανειστές που ήσανε γείτονες βασιλιάδες και γραμματικοί και του είπανε ότι τέρμα η πίστωση. Και ότι θέλουνε τα δανεικά πίσω.

Τότε μπήκε στη μέση η καπάτσα η Ινώ.
- Δεν πεταγόμαστε εδώ δίπλα βρε παιδιά, είπε, να ρωτήσουμε και το μαντείο των Δελφών, να δούμε τι λέει για την κατάσταση;

Συμφωνήσανε όλοι. Και στείλανε αντιπροσωπεία για να πάει να πάρει τον χρησμό από το μαντείο, για το πώς θα γλυτώσουνε από την παλιοκατάσταση.

Η Ινώ όμως, πήγε αποβραδίς κι έπιασε την Πυθία. Είχε δυο παιδιά να τακτοποιήσει και δεν μπορούσε να αφήσει το βασίλειο στα χέρια του μπουνταλά του άντρα της και στα παιδιά της Δούλας. Την λάδωσε για τα καλά την Πυθία και την άλλη μέρα η ιέρεια του θεού είπε : 
''Η μόνη λύση είναι να θυσιαστούν ο Ξούλης και η Λίτσα''
(δηλ. το ζωντανό κεφάλαιο του βασιλείου)

Παλάβωσε όταν το έμαθε η Δούλα εκεί στην εξορία του Παρνασσού που βρισκόταν και την φιλοξενούσε στην στάνη του, ένας μπακούρης τσοπάνης. Πήρε λοιπόν το βράδυ το καλύτερο γκεσέμι απ' το κοπάδι και με έναν μπιστικό της τόστειλε στα παιδιά της. Με μια παραγγελία : ''Ανεβείτε πάνω του αμέσως κι αυτό ξέρει τι θα κάνει''  
(άκου πράματα. Γκεσέμι αεροταξί με αυτόματο πιλότο...)

Τα υπόλοιπα είναι γνωστά.
Τα χρόνια όμως πέρασαν. Και το τομάρι του κριαριού πούχε φυγαδέψει τα δυο παιδιά, είχε γίνει χρυσό. Ήταν δηλαδή πανάκριβο και πολλοί δοκίμασαν να πάνε να το κλέψουν και να το κάνουν δικό τους. Αλλά τζίφος. Όλοι, εδώ και πολλά χρόνια σ' αυτόν εδώ τον δικό μας τον τόπο, παινεύανε τους εαυτούς τους ότι είναι οι μόνοι ικανοί να πάνε και να φέρουν πίσω το κριαροτόμαρο. Και δώστου έξοδα και δώστου ταξείδια και δώστου ταξίματα στον κόσμο. Αποτέλεσμα, τίποτα.

   Ώσπου θέλησε να δοκιμάσει την τύχη του και ο Ηλίας. Και προκειμένου να τον αρματώσει κατάλληλα ο κόσμος για το μεγάλο ταξείδι, είπε πολλά και διάφορα. Έταξε πολλά κι ακόμα περισσότερα. Μα πάνω από όλα αυτό που μπατάρισε τους ανθρώπους και τελικά τον εμπιστευθήκανε ήταν, το ότι ήταν καθαρός. Καθαρός, άφθαρτος και τίμιος. Έτσι έλεγε, έτσι φαινόταν.

Του δώσανε καράβι λοιπόν, του δώσανε και πλήρωμα, τον ξεπροβοδίσανε κι όλοι πίσω περιμένουνε τον Ηλία, νάρθει μαζί με την χρυσομένη προβιά.

Ώσπου ήρθε το μαντάτο : Στα στενά της Κουμουνδούρου, είχε τρικυμία!  Κι ο Ηλίας, για να αποφύγει το δικό του ναυάγιο, από Ιάσωνας για την τιμή της Δούλας, έγινε βρεγμένος γάτος, χωρίς λαλιά, χωρίς νύχια, χωρίς πλήρωμα και χωρίς πυξίδα (δικαιολογία) για να γυρίσει πίσω. Και το χειρότερο είναι ότι ενώ όλοι το ξέρουν και το βλέπουν ότι πλέον είναι ένας βρεγμένος γάτος, αυτός πιστεύει ακόμα και τώρα, ότι έχει πάει στην Κολχίδα, τους έτριξε τα δόντια εκεί και ότι τους υποχρέωσε να έρθουν στα γόνατα και να φέρουν πίσω το κριαροτόμαρο!...

Άσχημα τα πράματα. Για εμάς. Για τα υπόλοιπα παιδιά της Δούλας.
Κι ο Λιάκος πιστεύει, ότι ο θέρος, ο τρύγος και το λιομάζεμα στην περιοχή, περιμένουν αυτόν για να μαζέψει τους καρπούς της γής μας.  
Κι ότι η ανέχεια, το χρέος κι η αξιοπρέπεια, είναι άρθρα σε νομοσχέδια και τα διαγράφεις με ένα ναί ή ένα όχι.

Καϋμένη Δούλα... ''

3 σχόλια:

  1. ενω πρωτα με το..φωτομοντελο ηταν καλυτερα !!
    εκτος και εαν θελετε να φερουμε κανεναν ξυπολητο να μας κανει ποιονγκγιανκ !!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή