Σάββατο 18 Ιουλίου 2020

ΒΡΑΔΑΚΙ ΣΤΗΝ ΚΙΡΡΑ

Δίπλα στην θάλασσα
   "Σουρούπωνε.  Είχε χαθεί πίσω απ' την Γκιώνα ο ήλιος και στέρευε σιγά-σιγά και το φώς της μέρας.  Παρασκευή βραδάκι του Ιουλίου κι εκεί, σ' ένα τραπέζι σχεδόν μέσα στη θάλασσα, κάτσαμε να αποσώσουμε την μαλαγουζιά του Μιχάλη.  Μόνο μια ξεψυχισμένη ψευτο-φρεσκαδούρα που γινόταν κάθε τρείς και λίγο αισθητή, με το ζόρι ρυτίδιαζε την θάλασσα, κάνοντας την μεγάλη χωμάτινη αυλή του "Διογένη" στην Κίρρα, να φαντάζει μέσα στο σούρουπο, σαν νησί, σαν σχεδία μέσα στα ρηχά νερά. 
 
Κι όσο πέρναγε η ώρα και τα γκρίζα χρώματα γινόντουσαν μαβιά και σκούρα, τόσο βυθιζόταν στην σιωπή και την ακινησία ολόκληρη η ακρογιαλιά μαζί με το χωριό, ενώ είχε αρχίσει να κιτρινίζει απ' τα φώτα, η θαλασσογραμμή του Μωριά, μαζί με τα χωριά του.
Μας έφερε σαρδέλες για το κρασί, ο Θύμιος, ο μαγαζάτορας.  Σαρδέλες καθαρισμένες, ανοιγμένες και χωρίς κόκκαλο, ψημένες στα κάρβουνα με λαδολέμονο.  Κι αφού μας έστειλε και κάτι σαλατικά, ήρθε κι έκατσε μαζί μας.
- Έ, τι λές;  με ρώτησε.
Τράβηξα την ματιά μου απ' τον νότο, τον κύτταξα και πριν προλάβω ν' απαντήσω, άκουσα τον Μιχάλη να του λέει :
- Μη ρωτάς αυτόν.  Αυτός, είπε δείχνοντας εμένα, ετούτον εδώ τον δικό μας τον θαλασσινό νότο να τηράει κι ας περάσουν και 100 χρόνια.  Κι αν δεν φέρεις κι άλλες σαρδέλες, θα σηκωθούμε και θα φύγουμε!...
-  Που να πάμε μωρέ Μιχάλη, πετάχτηκε ο Χρήστος, ο τρίτος απ' την παρέα μας.  Άλλοι πληρώνουνε γιατρούς για να τους πούν ότι έχουν ανάγκη στη ζωή τους, κάτι σαν ετούτον εδώ τον ορίζοντα για να 'ρθουνε στα συγκαλά τους κι εμείς που το ζούμε κάθε μέρα, θα το παρατήσουμε για μισό κιλό σαρδέλες;...
- Τελικά, εσύ τι λές;  με ξαναρώτησε ο Θύμιος.
  Είχε σκοτεινιάσει για τα καλά.  Τα λαμπιόνια του μαγαζιού είχαν ανάψει κι είχε σταματήσει για τα καλά ακόμα κι εκείνη η μικρή ανάσα του αέρα.
-  Τι να σου 'πώ ρε Θυμιάκο; του είπα.  Έχετε αρχίσει όλοι σας να μιλάτε δυνατά και δεν ακούω την καρδιά μου.  Και σ' ετούτο 'δώ το μέρος όταν έρχομαι, θέλω ν' ακούω μονάχα την θάλασσα και τους χτύπους της καρδιάς μου.  Τίποτ' άλλο.

Κίρρα, Παρασκευή βραδάκι του Ιουλίου, στον "Διογένη".  Ένα-δυό βήματα δίπλα απ' το αρχαίο νεώριο κι ακόμα παραδίπλα απ' την αθανασία..."

1 σχόλιο: