Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΤΕ, ΡΕ ΓΑΜΩΤΟ!...


Η υπερασπίστρια...

   ''...Δεν κοντοστάθηκε καθόλου.  Ανέβηκε με αργό και λικνιστό βήμα τα λίγα μαρμάρινα σκαλοπάτια στην είσοδο του κτηρίου και φτάνοντας στην μεγάλη εξώπορτα, κύταξε κατά την μεριά της κάμερας ασφαλείας.  Άπλωσε το μακρόστενο χέρι της και με τα λεπτά δάχτυλά της, χτύπησε δυό φορές το ρόπτρο πάνω στην ξύλινη πόρτα.  Αυτή μισάνοιξε κι από μέσα, ένας αρματωμένος με κράνος, μπότες και φυσεκλίκια  περασμένα χιαστί εμπρός του, βάλθηκε να την κυτάζει πατώκορφα.
''Τι ζητάς;'' την ρώτησε.  Ούτε καν ασχολήθηκε μαζί του.  Τράβηξε μια κλωτσά στην πόρτα με την σόλα της γόβας της ανοίγωντάς την διάπλατα, πετώντας έτσι κι αυτόν κάτω μαζί με τα όπλα του.  Έκαμε μια δρασκελιά και πατώντας απάνω στον πεσμένο, πέρασε μέσα.
 Με το μυτερό τακούνι της, τούκαμε τρύπα στην κοιλιά κι απομακρύνθηκε, ενώ τον άκουε που βόγγαε.  Τράβηξε κατά το Γραφείο πούγραφε απέξω ''Kommandatur'' και κάνα δυό αρματωμένοι που την προλάβανε πριν να έμπει μέσα,  πληρωθήκανε κι αυτοί με σφαλιάρες και κλωτσές.  Όταν μπήκε μέσα, αυτός που καθότανε πίσω απ' το γραφείο είχε σηκωθεί όρθιος και είχε εκνευριστεί που τον ενοχλούσαν.  ''Σούύύύλτς!.., Γιόχαααν!...'' φώναξε. ''Τι συμβαίνει εδώ μέσα;..'' συνέχισε να φωνάζει.  Όμως ανασεμός...
  Περπατώντας αργά και σταθερά, πέρασε πίσω απ' το μεγάλο γραφείο και σηκώνοντας το δεξί χυτό και μακρόστενο πόδι της, έδωσε μια στην πολυθρόνα του και την πέταξε στην άλλη μεριά του δωματίου.  Αυτός έμεινε κάγκελο!  Τον πλησίασε, τινάζοντας προς τα πίσω με το χέρι της, τα μακρυά, ίσα και ξανθά μαλλιά της και πιάνοντάς τον απ' τον γιακά του είπε:  ''Έχεις δυο μέρες καιρό.  Θα στείλεις κόσμο και θα ξανανοίξεις το γραφείο του ΟΤΕ στο χωριό μου.  Σε δυό μέρες πρέπει τα πάντα εκεί να δουλεύουν ρολόϊ από την μεριά σου.  Συνεννοηθήκαμε;...''.
Τούδωσε μιά και τον πέταξε κι αυτόν χάμω, στην άλλη μεριά του δωματίου.  Τότε σήκωσε πρώτα το αριστερό μακρύ της πόδι και με την γόβα στιλέττο πάτησε στην άκρη του ακριβού γραφείου, αφήνωντας να φανούν κάτω απ' το λιψό φουστανάκι, τα δυό υπέροχα τορνευτά της πόδια.  Μετά, περνώντας τα δάχτυλά της απ' τα χείλια και την γλώσσα της, σάλιωσε το καλτσόν της και το τράβηξε προς τα απάνω, κατά την στενή λεκάνη της. Το ίδιο έκανε και με το δεξί της πόδι.
   Ο Γερμανός είχε μείνει άναυδος.  Πεσμένος στο πάτωμα, δεν ήξερε τι τον είχε βρεί κι από ποιάν.
Τότε αυτή, πήγε και στάθηκε από πάνω του και του ξανάπε : ''Σε δυό μέρες, έτσι;..''.  Έκαμε να φύγει.  Φτάνοντας όμως στην πόρτα του δωματίου, γύρισε προς το μέρος του και του είπε :
''Εάν δεν ξαναανοίξει το γραφείο του ΟΤΕ στο χωριό μου σε δυο μέρες, τότε να ξέρεις ότι θα κάνω ...γράμμα διαμαρτυρίας στον Υπουργό.  Να δείς εσύ τότε!... Γιατί εμένα με λένε Άσπα!...''

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου