Ρουμελιώτικη Μυσταγωγία
"Γιόρταζαν λέει, σε δυό 'μέρες. Ο Γιώργος κι η Νατάσα. Κι επειδή κάποιοι θα φεύγανε μεθαύριο, μας φώναξαν για να μας κεράσουνε, το Σάββατο το μεσημέρι.
Μαζευτήκαμε λοιπόν λίγοι φίλοι στον Θύμιο, εκεί στο Ξεροπήγαδο και κάτω απ' τα φουντωμένα κλαριά του ευκάλυπτου, βαλθήκαμε να μακαρίζουμε τους εαυτούς μας, που ενώ όλη η Ελλάδα ήταν ένα καμίνι, εμείς τηράγαμε τον θαλασσινό νότιο ορίζοντα, νοιώθοντας στο πετσί μας την νωπάδα της αύρας.
Άλλος καιρός, άλλος θεός σ' ετούτη εδώ την μεριά της γής. Με την μυρωδιά του αλατιού και του ιωδίου, να μπερδεύονται με την μοσχομύριστη οσμή της ζεστής χορτόπιττας, του κοκορετσιού και την θεία πρόσκληση της μύτης απ'τις ...αναθυμιάσεις του λεμονο-πασπαλισμένου κοντοσουφλιού.
Σάββατο μεσημέρι, δυό-τρία μέτρα μακριά απ' την θάλασσα, εκεί στο Ξεροπήγαδο, στον Θύμιο.
Γέλια, πειράγματα και τσουγκρίσματα, με τις ευχές να γίνονται η αφορμή και το κρασί η αιτία, για ετούτην εδώ την όμορφη μάζωξη των λίγων φίλων. Κάτω απ' τον ίσκιο του ευκάλυπτου και με τον Μωριά, ίσα που να φαίνεται, λίγο παρακάτω απ' τις πιατέλες με το κοντοσούφλι.
Σαββάτο μεσημέρι, με καύσωνα, λέει."
Δεν λες τίποτα για τον ψηστη όμως? ❤️❤️❤️
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Θύμιος και ο Γιάννης. Εννοείται!
ΔιαγραφήΓιά εσένα είναι η ζωή επίκουρε. Την μία με μπακαλιάρο τηγανιτό και την άλλη με κοντοσούβλι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά λένε ότι οι συνταξιούχοι πεινάνε....